Σουρεαλισμός
Ο υπερρεαλισμός ή σουρεαλισμός ήταν ένα κίνημα που
αναπτύχθηκε κυρίως στο χώρο της λογοτεχνίας αλλά εξελίχθηκε σε ένα
ευρύτερο καλλιτεχνικό και πολιτικό ρεύμα. Άνθισε κατά κύριο λόγο στη
Γαλλία των αρχών του 20ου αιώνα, κατά την περίοδο μεταξύ του πρώτου και
δεύτερου παγκοσμίου πολέμου. Τα μέλη του αντέδρασαν σε αυτό που οι ίδιοι
ερμήνευαν ως μία βαθιά κρίση του Δυτικού πολιτισμού, προτείνοντας μία
ευρύτερη αναθεώρηση των αξιών, σε κάθε πτυχή της ανθρώπινης ζωής,
στηριζόμενοι στις ψυχαναλυτικές θεωρίες του Φρόυντ και στα πολιτικά
ιδεώδη του Μαρξισμού. Ως κύριο μέσο έκφρασης, τόσο στη λογοτεχνία όσο
και στις εικαστικές τέχνες, προέβαλαν τον «αυτοματισμό», επιδιώκοντας τη
διερεύνηση του ασυνείδητου, την απελευθέρωση της φαντασίας «με την
απουσία κάθε ελέγχου από τη λογική» και διακηρύττοντας τον απόλυτο μη
κομφορμισμό.
Ο Μπρετόν
αναγνωρίζεται ως κεντρική φυσιογνωμία και ένας από τους σημαντικότερους
θεωρητικούς του κινήματος, ενώ άλλα διακεκριμένα μέλη υπήρξαν οι ποιητές
Πωλ Ελυάρ, Ρενέ Κρεβέλ, Ρομπέρ Ντεσνός, Μπενζαμίν Περέ, Ροζέ Βιτράκ,
όπως και οι καλλιτέχνες Μαξ Ερνστ, Μαν Ραίη, Ζαν Αρπ, Αντρέ Μανσόν και
Χουάν Μιρό.
Ο όρος
σουρεαλισμός ή υπερρεαλισμός επινοήθηκε το 1917 από το Γάλλο ποιητή
Γκιγιώμ Απολλιναίρ, ο οποίος τον χρησιμοποίησε χαρακτηρίζοντας το
παράδοξο θεατρικό έργο του «Οι Μαστοί του Τειρεσία», ως υπερρεαλιστικό
δράμα . Κατά τον Απολλιναίρ, ο όρος αυτός δηλώνει τον αναλογικό τρόπο με
τον οποίο μπορεί να αποδοθεί η πραγματικότητα. Όταν λόγου χάρη ο
άνθρωπος θελήσει να μιμηθεί το βάδισμα δεν εφηύρε τα μηχανικά πόδια αλλά
τον τροχό. Με τον ίδιο τρόπο ερμήνευε τη συμπεριφορά του ποιητή, ο
οποίος προκειμένου να μεταδώσει κάποίες ιδέες, δεν αντιγράφει τον κόσμο
και τις καταστάσεις του στατικά και νατουραλιστικά, αλλά και δυναμικά,
με τρόπο αναλογικό και δημιουργική φαντασία. Απολλιναίρ εισήγαγε τον όρο
περισσότερο αφηρημένα, χωρίς να προτείνει μία νέα καλλιτεχνική σχολή ή
θεωρία και ενδεχομένως ο σουρεαλισμός να είχε παραμείνει ένας πολύ
ειδικός και ακαδημαϊκός, αν ο Αντρέ Μπρετόν δεν είχε ενσωμάτωση
μετέπειτα στο υπερρεαλισμό όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που θεμελίωσαν
το υπερρεαλιστικό κίνημα, όπως τις θεωρίες του Φρόυντ για τα όνειρα ή το
ασυνείδητο ή κυρίως τον αυτοματισμό.
ΣΟΥΡΕΑΛΙΣΜΟΣ: Αυτοματισμός
ψυχικός, καθαρός, με τον οποίο προτίθεται κανείς να εκφράσει είτε
προφορικά είτε γραπτά, είτε με οποιονδήποτε άλλο τρόπο, την πραγματική
λειτουργία της σκέψης. Υπαγόρευση της σκέψης, με την απουσία κάθε
ελέγχου από τη λογική, έξω από κάθε προκατάληψη αισθητική ή ηθική. Ο
σουρεαλισμός στηρίζεται στην πίστη στην ανώτερη πραγματικότητα ορισμένων
τύπων συσχετισμών αγνοημένων ως τώρα, στην παντοδυναμία του ονείρου.
Στο διάφορο παιχνίδι της σκέψης. Τείνει να καταλύσει όλους τους άλλους
ψυχικούς μηχανισμούς και να υποκατασταθεί στη θέση της στη λύση των
κυριότερων προβλημάτων της ζωής.
Ο
υπερρεαλισμός γεννήθηκε στο Παρίσι και αναπτύχθηκε ως επί το πλείστον
από νεαρούς ποιητές της εποχής.
Ο
υπερρεαλισμός διαμορφώθηκε όντας άρρηκτα συνδεδεμένος με το ρεύμα του
ντανταϊσμού, τα μέλη του δεν χαρακτηρίζοντας από το αρνητισμό των
ντανταιστών, αλλά αναζητούσαν ένα κοινωνικό όραμα και μία κατεύθυνση
έκφραση απαλλαγμένη από κάθε είδους λογικά τεχνάσματα.
Τον Ιούνιο του 1924 το κίνημα περιλάμβανε επιπλέον
στους κόπους του, τους ποιητές Μπεντζαμέν Περέ, Ρομπέρ Ντεσιόν, Ροζέ
Βιτράκ, Μαξ Μορίζ, Ζωρζ Λεμπούρ, Ζοζέφ Ντελτέιγ, Ζακ Μπαρόν και Ρενέ
Κρεβέ. Στην πορεία των επομένων χρόνων συνέβησαν αρκετές
ανακατατάξεις, με αποχωρίσεις μελών και συμμετοχή νέων προσώπων. Στο
Βέλγιο διαμορφώθηκε παράλληλα μία αυτόνομη υπερρεαλιστική ομάδα που
έλαβε επίσης αναγνώριση το 1926. Μέλη της υπήρξαν οι εκδότες
Των ντανταιστικών περιοδικών oesophage
και Marie, ο ζωγράφος Ρενέ Μαγκρίτ, ο καλλιτέχνης
και ποιητής ELT Messes, οι Paul
Nouge, Marce Lecomte
και Camille Geomans, καθώς και ο
μουσικός Andre Souris. Οι Goemans
και Μαγκρίτ εγκαταστάθηκαν αργότερα στο Παρίσι έχοντας αξιοσημείωτη
συμβουλή στην υπερρεαλιστική ομάδα της πρωτεύουσας. Ο πρώτος που υπήρξε ο
ιδρυτής μίας ομώνυμης γκαρελί όπου διοργανώνονταν υπερρεαλιστικές
εκθέσεις, ενώ ο Μαγκρίτ αποτέλεσε σημαντικό εκπρόσωπο της ομάδας,
συνεισφέροντας στην επιθεώρηση La Revolution
surrealiste.
Πολλοί ιστορικοί θεωρούν πάντως την περίοδο του Β’ Παγκοσμίου πολέμου ως
την αρχή της πτώσης του υπερρεαλιστικού κινήματος. Με τη λήξη του
πολέμου, ο Μπρετόν επιστρέφει στο Παρίσι όπου ξεκινά ένας νέος κύκλος
δραστηριοτήτων. Κύριος στόχος του είναι να αποσυνδεθεί ο υπερρεαλισμός
από τον χαρακτήρα ενός απλώς αισθητικού κινήματος και να προβάλλει
περισσότερο ένα ιδεολογικό περιεχόμενο. Συχνά επισημαίνει την ανάγκη του
να ζει κανείς τον υπερρεαλισμό.
Αν
και είναι δύσκολο να μιλήσει κανείς για τερματισμό του υπερρεαλιστικού
κινήματος, καθώς η επίδραση του σε μεταγενέστερες σχολές και κινήματα
είναι συνεχής., πολλοί ιστορικοί θεωρούν την περίοδο του Β’ Παγκοσμίου
πολέμου ως την αρχή του τέλους για τον υπερρεαλισμό. Ως οργανωμένο
κίνημα εγκαταλείπεται οριστικά από με τον θάνατο του Αντρέ Μπρετόν το
1966.
Ο υπερρεαλιστικός αυτοματισμός
αποτελεί τη διαδικασία γραμμής ή σχεδίασης κατά την οποία ο δημιουργός
λειτουργεί αυθόρμητα, προβάλλοντας τον τρόπο το ασυνείδητο, χωρίς κανένα
στοιχείο αυτολογοκρισίας ή ηθικού και αισθητικού περιορισμού.
Στο σχέδιο, η αυτόματη μέθοδος συνίσταται σε ένα
είδος τυχαία μετακίνηση του πινέλου πάνω στο χαρτί. Ο Αντρέ Μανσόν
φαίνεται πως ήταν από τους πρώτους χρήστες της μεθόδου, η οποία
επεκτάθηκε και στην ζωγραφική με κύριως εκφραστές τους Χουάν Μιρό και
Ζαν Αρπ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου